- Μειλίχιε
- Μειλίχιοςgentlemasc/fem voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μειλίχιε — μειλίχιος gentle masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)